Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι. Νο 43 / 5 Νοεμβρίου 2008.

ΓΙΑ ΝΑ ΘΥΜΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΠΑΛΙΟΙ
ΚΑΙ ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΝΕΟΙ
.
Γράφει ο Γιώργος Ι. Καζαντζής.

Φώτο Νο 1. Η κτηνοτροφία βουβαλιών στο Σούλποβο (Αρδασα) τη δεκαετία του 1940.

Είναι γνωστό στην περιοχή μας, φίλες και φίλοι, πως, οι κάτοικοι-κτηνοτρόφοι του Σούλποβου (Αρδασας) είχαν μια ιδιαίτερη αδυναμία-συμπάθεια, θα λέγαμε εμείς, στη διατήρηση των βουβαλιών και πιστεύουμε, πως ήταν απόλυτα δικαιολογημένη, δεδομένου ότι, ένα βασικό τμήμα της διαβίωσής τους, εξασφαλίζονταν από το προϊών του γάλακτος και τα υποπροϊόντα του, που, για την εποχή εκείνη, αποτελούσαν βασικά στοιχεία διατροφής της οικογένειας, ενώ το κόστος, παρουσίας της στο στάβλο, ήταν ελάχιστο, έναντι της προσφοράς της.
Σημαντικό αριθμό βουβαλιών διατηρούσε και το Κοζλούκιοϊ (Καρυοχώρι) που, εν μέρει, συναγωνίζονταν το Σούλποβο, για λίγο όμως διάστημα, έως ότου ανακάλυψαν το μαύρο χρυσάφι του υπέδαφός τους (λιγνίτη) και ασχολήθηκαν παράνομα ή και νόμιμα με την λίαν  επικίνδυνη εξόρυξή του με πηγάδια οικογενειακά ή και συγγενικά-φιλικά και με τις στοές (γαλαρίες).  
Όχι ότι, τα συμπαθή αυτά τετράποδα, έλλειπαν από τα Καϊλάρια (Πτολεμαϊδα) και τα άλλα χωριά της ευρείας (42 τον αριθμό), τότε, Επαρχίας Εορδαίας, αλλά, ο αριθμός τους ήταν κατά πολύ μικρότερος, σε σχέση με τον πληθυσμό του Σούλποβου (Αρδασας) ή του Κοζλούκιοϊ (Καρυοχωρίου).
Το συμπέρασμά μας είναι, πως, όπου Πόντιοι πρόσφυγες, υπήρχαν και βουβάλια, ενώ, όπου γηγενείς και πρόσφυγες (Μικρασιάτες-Θρακιώτες), με πολύ ελάχιστες εξαιρέσεις έως μηδενικές, όπως, η Βλάστη, το Εμπόριο, το Τρέπενο (Καρδιά), προφανώς και δυο-τρία άλλα χωριά της επαρχίας μας.
 Το γάλα της βουβάλας ήταν παχύ και ως εκ τούτου καταλληλότατο για τα παιδιά της εποχής (αντί του Μουρινέλαιου), το γιαούρτι πολύ πηκτό και κατά την έκφραση των γονιών μου, κόβονταν με το μαχαίρι, η αναλογία βουτύρου, σε σχέση με ισόποσα γάλατα-γιαούρτια άλλων  ζώων, βάρυνε  υπέρ του βουβαλιού.
Η Βουβάλα ήταν και είναι, αν και όπου υπάρχει, υπομονητικό ζώο, δυνατό και βραδυπόρο, γι΄αυτό και οι αγρότες δεν το προτιμούσαν για τις γεωργικές τους ανάγκες, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων όπου, υποχρεωτικά αποτελούσε τη μοναδική λύση τους.
Το κρέας της βουβάλας: Πολλοί μας είπαν πως ήταν φαγώσιμο, η δική μας εμπειρία δεν κατέγραψε κάτι τέτοιο και τούτο γιατί δεν συναντήσαμε αγορά κρέατος βουβάλας, από εμπόρους κρεάτων, με προορισμό το τσιγκέλι, αλλά και ούτε σε κρεοπωλείο το συναντήσαμε, χωρίς βέβαια να αποκλείουμε το… “φαγώσιμο” του..
Στη φώτο μας, κοπάδι βουβαλιών οδηγείται στο χώρο βοσκής που δεν είναι άλλος από τον τεράστιο χώρο “Καβάκια Αρδασας”, που πολλές φορές αναφέρουμε στις εκδρομές μαθητών και πρωτομαγιάς.

 Φώτο Νο 2. Βουβάλια της Αρδασας στο χώρο βοσκής το 1947.

















Ο εικονιζόμενος χώρος βρίσκεται από τη δυτική πλευρά του χωριού και συνορεύει με τους πρόποδες  του βουνό προς Βλάστη.
 Ένα τραγούδι του Θεοδωράκη λέει…ο δρόμος έχει τη δική του Ιστορία κ.λ.π. και εμείς λέμε.., ο χώρος έχει τη δική του Ιστορία και την Ιστορία αυτή μας την περιγράφει το δίστιχο, που βρήκαμε, πίσω από τη φώτο Νο 2 που μας έδωσε ο καλός μας φίλος, Γιώργος Αντωνιάδης (κάτοικος του χωριού) και λέει, στην Ποντιακή διάλεκτο:
Τετράδ ημέρα έρθανε αντάρτες σο χωρίον
κ’ ελάλεσαν κ’επέρανε τη Σούλποβας το βίον
.
Η ερμηνεία του είναι απλή και λέει:
Τετάρτη ημέρα ήρθανε αντάρτες στο χωριό
και οδήγησαν και πήρανε του Σούλποβου (Αρδασσα) το βίο (βουβάλια-πρόβατα κ.λ.π.)
Όπως γνωρίζετε, φίλες και φίλοι παλιοί και θα μάθατε, ίσως, οι νεότεροι, πως το 1947 η χώρα μας βρίσκονταν σε “εμφύλια” εμπόλεμη σύραξη, λόγο της Κομουνιστικής ανταρσίας.
Το Σούλποβο (Αρδασα) ήταν ένα από τα χωριά της Επαρχίας μας που ήταν καλά εξοπλισμένο και οι αντάρτες δεν τολμούσαν να το.. επισκεφτούν.
Σοφίστηκαν όμως, πως, την Τετάρτη που είναι η εβδομαδιαία αγορά των Καϊλαρίων (Πτολεμαϊδας) και οι φύλακες του χωριού θα βρίσκονται στα Καϊλάρια για ψώνια, είναι ευκαιρία να τους εκδικηθούμε και έτσι αποφάσισαν να κατέβουν στους πρόποδες του χωριού, όπου έβοσκαν τα ζώα και υπό την απειλή των όπλων να αναγκάσουν τους άοπλους βοσκούς να οδηγήσουν το βίο τους στο βουνό, προς Βλάστη, ώστε, μέχρι το ηλιοβασίλεμα, που επιστρέφουν τα προς βοσκή ζώα και αρχίζει να νυκτώνει θα έφταναν στον προορισμό τους και έτσι δεν θα τολμούσαν, οι κάτοικοι-οπλίτες, να τους κυνηγήσουν, στήνοντας, προφανώς, καμιά ενέδρα, κάτι που ίσως και να την περίμεναν.
Όταν, έκπληκτοι οι Σουλποβιότες επέστρεψαν από το παζάρι και πληροφορήθηκαν το γεγονός, από τους βοσκούς, που επέστρεψαν χωρίς τα ζωντανά τους στο χωριό,  ήταν πολύ.. αργά.
Το πάθημα τους έχει γίνει μάθημα, αλλά και …γινάτι που κράτησε μέχρι την τελική επικράτηση της νομιμότητας το 1949, χωρίς να καταφέρουν να πατήσουν το πόδι τους στο Σούλποβο, αν και το επιχείρησαν αρκετές φορές.

Φώτο Νο 3. Φιλική παρέα στο παλιό πάρκο το 1946.

Φιλική παρέα, από ώριμους νεαρούς συμπολίτες μας, σε αναμνηστική φωτογραφία, στο παλιό και μοναδικό πάρκο της πόλης, την 23η Νοεμβρίου 1946.
Στη φώτο μας καθιστοί, από αριστερά: Πιπιλιάγκας Βούλης, Κουλίτσας Πολυχρόνης, Χατζηγελέκης Γιάννης, Αποστολίδης Γιώργος όρθιος ο Μπάμπας Νίκος και πίσω δεξιά διακρίνουμε τους αλεξιπτωτιστές του φωτογραφικού φακού, Παναγιωτίδη Μιχάλη, Βαβούρα Στέργιο, Θεολογίδη Θανάση, Τσουμή Κώστα, με το γνωστό σαρκαστικό του χαμόγελο και Θεολογίδη Δώρη.

Φώτο Νο 4. Πρόσκοποι Πτολεμαϊδος στην Καστοριά 9-9-1948.



















Δύο γειτονόπουλα, δύο καλοί φίλοι, δύο συμμαθητές και αδελφοί Πρόσκοποι στην Καστοριά.
Η παρουσία τους στην Καστοριά δεν είχε εκδρομικό-ψυχαγωγικό, ή εκπαιδευτικό χαρακτήρα, αλλά Εθνικό.
Αποτελούσαν μέλη μιας αποστολής, Προσκόπων και Λυκόπουλων, στα προκεχωρημένα εμπόλεμα φυλάκια του στρατού μας στην περιοχή Γράμμου, με σκοπό την ψυχαγωγία και την διανομή διάφορων χρήσιμων δώρων στους ηρωικούς πολεμιστές στρατιώτες μας.
Στη φώτο μας, από αριστερά: Ο γράφων, Γιώργος Ι. Καζαντζής και ο Περικλής Δημ. Τσίρος. 

Σημειώσεις-Διορθώσεις-Συμπληρώσεις σύνταξης:
Κυρία Ρίτσα Δημ. Τσίρου-Μπαργιωτάκη, Αθήνα: Καλό μας Ριτσάκι, σε ευχαριστούμε για τα καλά σου λόγια και την αγάπη σου για τον Εορδαϊκό Παλμό και στη σελίδα μας.
Σκοπός μας  είναι, να θυμηθούν οι παλιοί και να μάθουν οι νέοι μας, το δύσκολο, θα λέγαμε εμείς, παρελθόν και τους ανθρώπους του, που κατάφεραν, με την εργατικότητα, τη συνεργασία, τη δημιουργικότητα και την τιμιότητά τους, παρά τους δύο φοβερούς  πολέμους και τις αντίξοες συνθήκες της εποχής τους, όχι μόνο να επιβιώσουν, αλλά και να δημιουργήσουν όλες εκείνες τις προϋποθέσεις, στην περιοχή μας, για ένα αρκετά αξιοζήλευτο παρόν με ευοίωνες προοπτικές για το μέλλον.
Πέρα όμως από αυτά, προσπαθούμε, με το αντίδοτο αυτό, να διατηρήσουμε ζωντανές τις, παιδικές, μαθητικές, συγγενικές και φιλικές μνήμες- με την ποικιλία των συναισθημάτων  και αναμνήσεων τους-, από τον αδυσώπητο παμφάγο χρόνο της λησμονιάς.  
Νοιώθουμε τη νοσταλγία και την αγάπη σας για τον τόπο που γεννηθήκατε και τους ανθρώπους της, γι’ αυτό και πάντα αναφέρουμε τους ανθρώπους μας, που, για διάφορους λόγους, μετοίκησαν, είτε εντός, είτε εκτός των συνόρων της Πατρίδας μας.    
Ριτσάκι μας, να είστε όλοι καλά.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ στον ΕΟΡΔΑΪΚΟ ΠΑΛΜΟ. Στο φύλλο 1139 / 5 Νοεμβρίου 2008, σελίδα 23, ημέρα Τετάρτη.            
Νο 43 / 2008.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου