Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 2011

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι. Νο 6 / 9 Φεβρουαρίου 2011.

ΓΙΑ ΝΑ ΘΥΜΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΠΑΛΙΟΙ
ΚΑI ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΝΕΟΙ.
Γράφει ο Γιώργος Ι. Καζαντζής.
Giorgoskaza.blogspot.com.

Φώτο Νο 1. Το λευκοσιδηρουργείον και Θερμάστραι των Αδελφών, Τσακιρίδη, το 1955.


 Όπως θα θυμούνται οι παλιοί, η θέρμανση τρων σπιτιών , κατά τη διάρκεια του χειμώνα, γίνονταν με θερμάστρες από λαμαρίνα  με καύσιμη ύλη, κοτσάνια από καλαμπόκι, μερικές σβουνιές, από τα ζωντανά, ζυμωμένες μα άχυρο που στολίζονταν οι  εξωτερικοί τοίχοι     
των βοηθητικών κτισμάτων (αποθήκες-αχυρώνες, μαντριά και περίφραξης) για να ξεραθούν, κατά την καλοκαιρινή σαιζόν, λίγα ξύλα από το κλάδεμα, ή κοπή των ξηραμένων και παλιών δέντρων και τις κληματσίδες από το κλάδεμα των αμπελιών, που όμως χρησιμοποιούνταν για το πρωινό  προσάναμμα και κυρίως για τις πίτες στη γάστρα  και τους οικογενειακούς φούρνους για το  ψωμί.
    Υπήρχε  βέβαια και το κάρβουνο (λιγνίτης) της περιοχής για όποιους είχαν την οικονομική  δυνατότητα να το προμηθευτούν έγκαιρα (για να ξεραθεί) από τα, κάπως, οργανωμένα συνεργεία πηγαδιών και στοών, αλλά  και από τους λαθραιορύχους, κυρίως, του Καρυοχωρίου, με τα επικίνδυνα πηγάδια στις αυλές των σπιτιών τους, που το τίμημα  αυτό της επιβίωσής τους το πλήρωσαν, αρκετοί. με τη ζωή τους.     
Τα χρησιμοποιούμενα μέσα για την παραγωγή (ένας κασμάς και ένα φτυάρι) και το επικίνδυνο του πεδίου  εργασίας περιόριζαν την παραγωγή με συνέπεια να σχηματίζονται ουρές, από κάρα κάθε είδους, περιμένοντας την σειρά τους για 2-3 μέρες.
Οι ελάχιστοι, έχοντες και κατέχοντες της εποχής, προμηθεύονταν το κάρβουνο το καλοκαίρι, ώστε, κατά τη διάρκειά του να ξεραθεί, ενώ οι υπόλοιποι περίμεναν να πουλήσουν τα καπνά, η, λίγα σταφύλια, κρασί ή τσίπουρο περνούσαν και το φθινόπωρο με αποτέλεσμα ο υγρός λιγνίτης να τους δημιουργεί καπνιά, μυρωδιά και ροή μαύρου υγρού από τους σωλήνες (μπουριά) με όλες τις δυσμενείς συνέπειες τους.
Σημειώνουμε, πως, με την αναφερόμενη θέρμανση, χειμώνα –καλοκαίρι- ψήνονταν το φαγητό, ζεσταίνονταν το νερό για το μπάνιο, για το πλύσιμο των ρούχων και τόσων άλλων εργασιών που είχε σχέση με το ζεστό νερό. 
Κάναμε αυτή τη μικρή αναφορά για τα καύσιμα, φίλες και φίλοι, για να αναδείξουμε το σημαντικό ρόλο των καλών μας φίλων κατασκευής θερμαστρών στη δύσκολη εκείνη εποχή.
Το αναφερόμενο κατάστημα  θερμαστών βρίσκονταν επί της οδού Βασιλέως Γεωργίου (σήμερα, Γ. Παυλίδη- Κ. Αδαμοπούλου) και
περί τα 100-120 μέτρα πιο πέρα από το 1ο Δημοτικό σχολείο (πέτρινο).
Στη  φώτο μας, από αριστερά  Οι ιδιοκτήτες αδελφοί, Στέργιος και Δημήτρης Τσακιρίδης και οι δυο γείτονες και φίλοι, Δημήτρης Δρόσος και Γιορδάνης Ρουσάκης.

Φώτο Νο 2. Οι λιγνιτωρύχοι τιμούν και γιορτάζουν την προστάτιδά τους, Αγία Βαρβάρα, το 1954.















Για τους λιγνιτωρύχους της Εορδαίας, η 4η Δεκεμβρίου είναι μια ξεχωριστή μέρα του έτους, είναι η γιορτή της προστάτιδας τους, Αγίας Βαρβάρας,  που στέκεται στο προσκέφαλό τους ,στα έγκατα της γης, για να τους προφυλάξει από την επίπονη και επικίνδυνη  εργασία τους. Είναι μια μέρα λατρείας και ευχαριστιών προς τη μεγάλη ΑΓΙΑ, αλλά και μέρα διασκέδασης των.
Από της 11 το πρωί, βρίσκονται όλοι στο χώρο των ορυχείων όπου τους περιμένει ο τακτικός Ιερέας τους, ο γνωστός στην κοινωνίας μας, ως Παπα-Γιώργης Κάσπαρης και πάντοτε με τον αγαπημένο του Νεωκόρο, προφανώς και λίγο δάσκαλό του, Μπάρμπα- Αλέξη Παπαδόπουλο, για να αρχίσει το τελετουργικό της Αγίας Παρασκευής με απόλυτη κατάνυξη, για να ακολουθήσει η καθιερωμένη αναμνηστική φωτογραφία.
       Μετά τη θεία λειτουργία, όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο επιλεγμένο ταβερνάκι, όπου, ο καλός μας ποιμενάρχης, όχι μόνο ευλογεί, τη βρώση και την πόση, αλλά και την ακολουθεί  κατά το … δοκούν.
Στη φώτο μας, διακρίνουμε: Τον Ιερέα της ενορίας Αγίου Στεφάνου, Παπα Γιώργη Κάσπαρη, το Νεωκόρο, Μπαρμπα Αλέξη Παπαδόπουλο και τους εργαζόμενους,  Κοκοβιάδη Αχιλλέα, Τραχανά Μανώλη, Κοντογουλίδη Δημήτρη (Μιμίκο), Χαλυβόπουλο Γιάννη, Βελιόπουλο Ανέστη (;), Πετρίδη Δημήτρη, Γεωργιάδη Παναγιώτη, το σερβιτόρο με το προκαταρκτικό κονιάκ 5 αστέρων “ΜΕΤΑΞΑ”, Μπαρμπα Γιορδάνη, Ποζίδη Αγησίλαο (Άγη), Ατσιο Σπύρο, Κοσμίδη Γιάννη και πολλούς άλλους που ο αδυσώπητος χρόνος μας στέρησε τα ονόματά τους.


  Φώτο Νο 3. Το καρροποιείο του Αγγέλου Εμμανουηλίδη το 1958.




















Στη γεωργοκτηνοτροφική Πτολεμαϊδα του παρελθόντος, το επάγγελμα του καροποιού, εθεωρείτο ένα από τα καλά προσοδοφόρα  καίτοι η εργασία του ήταν αρκετά βαριά και κουραστική, παρόλα αυτά, η Πτολεμαϊδα διέθετε  ένα σημαντικό αριθμό καροποιών και από ότι γνωρίζουμε, σχεδόν, το σύνολό τους προέρχονταν από πρόσφυγες της Μ. Ασίας και Θράκης, σπάνια θα συναντήσεις καροποιό Πόντιο.
Το καροποιείο του, Αγγελου Εμμανουηλίδη, βρίσκονταν στο τέρμα, περίπου, του σημερινού δρόμου Βασιλίσσης Σοφίας (προς βορά).
Στη φώτο μας και στο μέσον, με τη μαύρη φανελίτσα, ο ιδιοκτήτης και μάστορας, Άγγελος Εμμανουηλίδης, ένας καλόκαρδος άνθρωπος, εργατικός, πάντα κεφάτος και αρκετά καλαμπουρτζής, τα δυο του αγόρια, Πολυχρόνης και Κώστας που μάθαιναν την τέχνη του καροποιού, που όμως, επελθούσα βιομηχανοποίηση τους απέτρεψε τελείως να την χρησιμοποιήσουν, ο Κόνιαλης Λάκης με τα χέρια ψηλά και το γιο του δίπλα του και άλλο, άγνωστοί μας, μαθητευόμενοι ή φίλοι που παρακολουθούν το νέο δίτροχο αραμπά που εκκολάπτεται και λέμε δίτροχο, γιατί, όπως μας είπαν οι γνώστες του αντικείμενου, το δίτροχο έχει μεγαλύτερες, σε ύψος, ρόδες, για τεχνικούς λόγους..

 Φώτο Νο 4. Το σποτάκι μας. Φαρμακείο, Παναγιώτη Μ. Παναγιωτίδη.  



















 ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ στον ΕΟΡΔΑΪΚΟ ΠΑΛΜΟ, στο φύλλο1257 /  9 Φεβρουαρίου 2011, σελίδα 27, ημέρα Τετάρτη.
Νο 6 / 2011.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου